Γράφει η Βίβιαν Μητσάκου
Η παράσταση αρχίζει μπαίνοντας στην αίθουσα του Θεάτρου ΑΛΜΑ, όπου παίζεται η παράσταση «Μια Ξεχωριστή Μέρα» (Giornata Patricolare) του Έττορε Σκόλα, σε διασκευή Αλέξανδρου Ρήγα.
Δύο επιβλητικοί νέοι (Άλεξ Νταβρής και Aρτέμης Γαβριλούκ) αξιωματικοί του Ιταλικού φασιστικού κράτους, με τις χαρακτηριστικές μπεζ καπαρντίνες τους “επιβλέπουν τον χώρο”. Ο ναζιστικός ύμνος ακούγεται στην αίθουσα. Οι δύο αξιωματικοί με το ανατριχιαστικό ναζιστικό βήμα ανεβαίνουν στην σκηνή.
Είναι Μάιος του 1938. Ο Χίτλερ επισκέπτεται την Ρώμη του Μουσολίνι. Δρακόντεια τα μέτρα ασφαλείας στη Ρώμη. Όλος ο κόσμος κατεβαίνει στους δρόμους να τον δει και να τον χειροκροτήσει.
Το έργο «Μία Ξεχωριστή Μέρα» ξεκίνησε την ιστορία του ως μία Κινηματογραφική ταινία του 1977, σε σκηνοθεσία και σενάριο του Έττορε Σκόλα και αποτελεί μία από τις σημαντικότερες (αν όχι τη σημαντικότερη) δημιουργίες του σημαντικού σκηνοθέτη.
Πρωταγωνιστές της ταινίας ήταν ο Μαρτσέλλο Μαστρογιάννη και η Σοφία Λόρεν.
Πρόκειται για μία από τις πιο αναγνωρισμένες ταινίες, τόσο από κριτικούς όσο και από το κοινό, του παγκόσμιου κινηματογράφου με δυνατά πανανθρώπινα μηνύματα, που πραγματεύεται μία συγκινητική και βαθιά ανθρώπινη και διαχρονική ιστορία, καταγγέλλοντας παράλληλα τον φασισμό και τις καταβολές του.
Η «Μία Ξεχωριστή Μέρα» απέσπασε – εκτός από την λατρεία του κοινού και την αντίστοιχη εισπρακτική επιτυχία – πολλά και σημαντικά βραβεία. Μετρώντας 13 διεθνή βραβεία και 2 υποψηφιότητες για Όσκαρ (μεταξύ αυτών: Χρυσή Σφαίρα και Βραβείο Σεζάρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης ταινίας), αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα από τα κορυφαία φιλμ του μοντέρνου Κινηματογράφου.
Στην Ελλάδα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1983 από την Αλίκη Γεωργούλη στο Θέατρο Αποθήκη με συμπρωταγωνιστή της τον Τίμο Περλέγκα.
Η Αντονιέτα (Δήμητρα Ματσούκα), μια αγράμματη, καταπιεσμένη γυναίκα, με έξι παιδιά, δεν συνοδεύει τον φανατικό φασίστα σύζυγό της (Λεωνίδας Χρυσομάλλης) στην παρέλαση, προτιμώντας να τελειώσει τις δουλειές του σπιτιού. Στην άδεια πολυκατοικία έχει μία τυχαία αλλά μοιραία συνάντηση με έναν αντιφρονούντα, αντικαθεστωτικό, πρώην εκφωνητή του ραδιοφώνου, τον Γκαμπιέλε (Σταύρο Ζαλμά), την στιγμή μάλιστα που εκείνος προσπαθεί να δώσει τέλος στη ζωή του. Διώκεται από το φασιστικό καθεστώς για την διαφορετικότητά του και μέχρι το βράδυ θα πρέπει να μεταφερθεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Οι λίγες ώρες που θα περάσουν μαζί, ανατρέπουν τις μέχρι σήμερα πεποιθήσεις τους και τα πιστεύω τους. Ανοίγουν την καρδιά τους ο ένας στον άλλον. Εκμυστηρεύονται μυστικά που δεν τολμούσαν ποτέ να ξεστομίσουν. Ζουν για μία μέρα όσα δεν έζησαν μία ζωή. Για μια μέρα σταμάτησαν να υπολογίζουν την γνώμη των άλλων, έζησαν όπως ήθελαν και όχι όπως έπρεπε. Ζουν το απόλυτο πάθος. Ανακαλύπτουν πόσο μεγάλη δύναμη αποκτάμε όταν σταματήσουμε να μας νοιάζει τι θα πει ο κόσμος.
Η σκηνοθεσία είναι της Άσπας Καλλιάνη. Η σκηνοθέτης κάνει «μια βουτιά» στις ψυχές των πρωταγωνιστών και τις ξεγυμνώνει. Μας αποκαλύπτει τις ενδόμυχες σκέψεις τους. Και εμείς σαν από μία κλειδαρότρυπα, παρακολουθούμε τις ζωές τους, τις κινήσεις τους.
Το κείμενο του Έττορε Σκόλα, σε διασκευή – μετάφραση του Αλέξανδρου Ρήγα, θίγει πολλά και ευαίσθητα θέματα.
Το θέμα του φασισμού, που ξαναπροβάλλει ξανά στις μέρες μας απειλητικό. Του κάθε είδους φασισμού. Είτε αφορά την πολιτική, είτε την φασιστική συμπεριφορά συζύγου. Ο φασισμός σε όλες τις μορφές του.
Η καταπίεση της γυναίκας της εποχής. Πρέπει να φροντίζει το σπίτι, τον άνδρα, τα παιδιά. Η ζωή της είναι η κουζίνα της. Δεν αντιμιλά. Δεν της πέφτει λόγος σε τίποτα.
Η διαφορετικότητα. Το φασιστικό καθεστώς τιμωρεί και δεν δέχεται κάθε τι το διαφορετικό. Κάθε τι το διαφορετικό πρέπει να «κοπεί από τις ρίζες», να εξαλειφτεί.
«Να λες εγώ, μονάχος μου, θα σώσω τον κόσμο… και αν χαθεί, μη λυπηθείς, τίποτε δε χάθηκε ποτέ Πώς αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι…;;»
Χωρισμένη σε δύο μέρη η σκηνή και σε δύο επίπεδα. Στο ένα μέρος το «βασίλειο» της Γκαμπριέλε, η κουζίνα, και στο άλλο το μικρό γραφείο του Γκαμπριέλε με λίγα βιβλία και μία ανοιχτή βαλίτσα. Και στο πάνω μέρος η ταράτσα. Η σκηνογραφική επιμέλεια ανήκει στην Λία Ασβεστά.
Η Δήμητρα Ματσούκα είναι εύθραυστη, συγκινητική. Αγγίζει τις ευαίσθητες χορδές της ψυχής μου. Μια νοικοκυρά με την απλή ρόμπα της και τις παντόφλες της. Μια μάνα, μια σύζυγος καταπιεσμένη που ανοίγει δειλά για μια μέρα το μικρό παραθυράκι του κλουβιού που ζει και πετάει. Έστω για μια μέρα. Σηκώνει δειλά, αλλά με συγκίνηση το χέρι της για να αποχαιρετήσει τον Γκαμπριέλε και μας συγκλονίζει.
Ο Ζαλμάς είναι γλυκός, ήρεμος, συναρπαστικός. Μας αποδεικνύει με την δυνατή ερμηνεία του πόσο μεγάλος ηθοποιός είναι. Φιλοσοφημένος, μετρημένος, γελάει, οργίζεται. Εντυπωσιάζει.
Η Γιώτα Ζερβεδά, είναι η ηλικιωμένη σπιτονοικυκυρά – επιστάτρια του κτιρίου. Φανατική φασίστρια, παρακολουθεί τους πάντες και τα πάντα. Βάζει το στίγμα της στην παράσταση, με μία ξεχωριστή ερμηνεία!
Ο Λεωνίδας Χρυσομάλλης είναι ο φασίστας σύζυγος. Αυστηρός, άκαμπτος, δυνάστης.
Οι Αλέξανδρος Νταβρής και Αρτέμης Γαβριλούκ, οι δύο αξιωματικοί του Ιταλικού φασιστικού καθεστώτος. Οι δύο κατασκοπικές φιγούρες που ελέγχουν τον χώρο κατά την διάρκεια της παράστασης. Σοβαροί και επιβλητικοί.
Η πρωτότυπη μουσική ανήκει στον Γιώργο Μελισσινό. Οι φωτισμοί είναι του Βασίλη Κλωτσοτήρα.
Μια παράσταση που αναφέρεται σε γεγονότα περασμένων εποχών, εποχών που θα θέλαμε να ξεχάσουμε και σαν φαντάσματα ξεπηδούν και εμφανίζονται σαν εφιάλτης στο σήμερα.
Μια ξεχωριστή, δυνατή, λυρική, σχεδόν ποιητική παράσταση, παρά το σκληρό θέμα με το οποίο ασχολείται.
Μια παράσταση που μου άρεσε πολύ.
Ταυτότητα Παράστασης
Θέατρο Άλμα
Μετάφραση/ Διασκευή: Αλέξανδρος Ρήγας
Σκηνοθεσία: Άσπα Καλλιάνη
Σκηνογραφική Επιμέλεια: Λία Ασβεστά
Φωτισμός: Βασίλης Κλωτσοτήρας
Πρωτότυπη μουσική: Γιώργος Μελισσινός
Ηχητικός Σχεδιασμός: Κωστής Κόντος
Ενδυματολόγος: Ελένη Μπλέτσα
Κατασκευή Σκηνικών Eno Shkodrani
Φωτογραφίες: Χρήστος Κοτσιρέας
Βοηθός Σκηνοθέτη: Κωνσταντίνα Σταυροπούλου
Παίζουν: Σταύρος Ζαλμάς, Δήμητρα Ματσούκα, Αρτέμης Γαβριλούκ, Γιώτα Ζερδεβά, Αλέξανδρος Νταβρής, Λεωνίδας Χρυσομάλλης