Της Βίβιαν Μητσάκου
Ένα από τα πιο δημοφιλή και συγχρόνως δύσκολο έργο του Λουίτζι Πιραντέλλο ανεβάζει το δεύτερο τμήμα του εργαστηρίου υποκριτικής του Studio Μαυρομιχάλη.
«Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε» σε σκηνοθεσία Φώτη Μακρή, Κλεοπάτρας Ταλόγκου και Στέλλας Κρούσκα.
Ο Πιραντέλλο στον πρόλογο του έργου του γράφει: “Νομίζω πως η ζωή είναι μία πολύ θλιβερή φάρσα. Γιατί έχουμε μέσα μας -χωρίς να μπορούμε να ξέρουμε πως, γιατί κι από που- την ανάγκη να εξαπατούμε αδιάκοπα τον εαυτό μας, δημιουργώντας μία πραγματικότητα (μία για τον καθέναν και ποτέ την ίδια για όλους) που κάθε τόσο αποδεικνύεται ότι είναι μάταιη και φανταστική. Όταν ένας άνθρωπος ζει, ζει και δεν φαίνεται. Λοιπόν, κάντε έτσι ώστε να φαίνεται, δείξτε τον την ώρα που ζει υπό το κράτος των παθών του. Βάλτε μπροστά του έναν καθρέφτη. Τότε ή μένει κατάπληκτος από την όψη του ή στριφογυρίζει τα μάτια του για να μην δει τον εαυτό του ή έξω φρενών φτύνει την εικόνα του ή οργισμένος δίνει μία γροθιά για να την καταστρέψει. Κι αν έκλαιγε δεν μπορεί πια να κλάψει. Κι αν γελούσε δεν μπορεί πια να γελάσει άλλο. Μια φορά, κάτι δυσάρεστο θα είναι το αποτέλεσμα. Αυτό το δυσάρεστο είναι το Θέατρό μου”.
O Λουίτζι Πιραντέλλο γεννήθηκε στη Σικελία στις 28.6.1867 στην Σικελία και πέθανε στη Ρώμη στις 10.12.1936. Θεατρικός συγγραφέας, διανοούμενος, μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος. Κέρδισε το βραβείο Νόμπελ το 1934. Το έργο του «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε» πρωτοπαίχτηκε το 1917 στο Μιλάνο. Διαδραματίζεται σε ένα κλειστοφοβικό περιβάλλον. Οι ήρωες του έργου προσπαθούν να αποδείξουν την αλήθεια των αντιφατικών ιστοριών τους. “Θα μπορούσες να πεις πως τα έργα του είναι μεγαλειώδεις φάρσες”, έγραψε ο Μάριος Πλωρίτης, που μετέφρασε τους διαλόγους στο “Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε” το 1966.
Ο Πόνζα, δημόσιος υπάλληλος, φθάνει στην μικρή πόλη με την γυναίκα Σοφία και την πεθερά του Κα Φρόλα. Η αλλόκοτη, διαφορετική συμπεριφορά τους γίνεται αμέσως το κέντρο των συζητήσεων της μικρής κοινωνίας, που ζει και αναπνέει κριτικάροντας και εκφέροντας την γνώμη της για τις πράξεις των άλλων.
«Είμαι εκείνη που οι άλλοι νομίζουν ότι είμαι»
Ο Πιραντέλλο έγραψε δύο διηγήματα. Μια ιστορία όπως την διηγείται και την πιστεύει ο Πόνζα και μία όπως την διηγείται και την πιστεύει η πεθερά του.
Το μικρό σαλόνι – σκηνικά Μαρίας Μπενάκη – γίνεται «η αίθουσα δικαστηρίου» όπου οι ήρωές μας κατηγορούν και δικάζουν τις συμπεριφορές των τριών νεοαφιχθέντων στην πόλη τους. Ο Λαμπέρτο Λαουντίζι, το alter ego του συγγραφέα, τους κατακεραυνώνει με το λόγο του : “Όλα αυτά είναι κατάχρηση εξουσίας. Καθαρή τυραννία. Ασχολείστε μαζί τους γιατί δεν έχετε τι άλλο να κάνετε».
Ίσως αυτή να είναι και η κεντρική ιδέα του έργου.
Οι σκηνοθέτες σέβονται το κείμενο του έργου. Μας το μεταφέρουν στην εποχή που διαδραματίζεται, aποφεύγοντας νεωτερισμούς. Έχουν προσθέσει όμως μικρά, όμορφα στοιχεία που κάνουν την σκηνοθεσία ιδιαίτερη και κάπως πιο ανάλαφρη. Eντυπωσιακή η είσοδος των πρωταγωνιστών στην σκηνή του θεάτρου. Πολύ όμορφη η μουσική επένδυση.
Τα σκηνικά ανήκουν στην Μαρία Μπενάκη. Ένα απλό σαλόνι, μας μεταφέρει στην μακρινή εποχή του 1917. Έχει προσθέσει όμορφες μικρές λεπτομέρειες, όπως ένα παλιό τηλέφωνο, κάδρα με παλιές κορνίζες.
Στην Μαρία Μπενάκη ανήκουν και τα κοστούμια της παράστασης. Τα οποία είναι όμορφα, εποχής, προσεγμένα και εντυπωσιακά.
Πικρό έργο που μας μιλά για την υποκειμενικότητα της αλήθειας. Την μοναξιά στις ανθρώπινες σχέσεις. Για την έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ τους. Πως και γιατί οι άνθρωποι αρέσκονται να ζουν κουτσομπολεύοντας τις ζωές των άλλων; Και τελικά ποια είναι η αλήθεια;
Οι ήρωές μας ακροβατούν σε μία λεπτή κλωστή μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας. Όλος ο θίασος είναι δεμένος μεταξύ τους με εκπληκτικές ερμηνείες. Eίναι εμφανές ότι έχουν δουλέψει σκληρά για να έχουμε αυτό το υπέροχο αποτέλεσμα.
Ξεχώρισα, χωρίς να μειώνω τις ερμηνείες των υπολοίπων, τον Νίκο Αργυριάδη στο ρόλο του Λαμπέρτο Λαουντίζι, που είχε μια δυνατή σκηνική άνεση. Ο Γιάννης Γαβρίλης στο ρόλο του προισταμένου της Νομαρχίας έχει την στόφα «παλιού» καλού ηθοποιού. Ενδιαφέρουσα και η Ανδριάννα Πρωτοπούλου στο ρόλο της πεθεράς.
Παρακολούθησα μια καλοδουλεμένη, ποιοτική παράσταση που σε τίποτα δεν θύμιζε ότι παιζόταν από σπουδαστές εργαστηρίου υποκριτικής.
Για λίγες ακόμη παραστάσεις. Μέχρι 6 Ιουλίου 2018
Taυτότητα Παράστασης
Studio Μαυρομιχάλη
Μαυρομιχάλη 134, Αθήνα
Σκηνοθεσία : Φώτης Μακρής, Κλεοπάτρα Ταλόγλου, Στέλλα Κρούσκα
Σκηνικά – Κοστούμια : Μαρία Μπενάκη
Πρωταγωνιστούν : Αργυριάδης Νίκος, Βάρσου Ελευθερία Βλαχοκώστα Ελίνα.
Γαβρίλης Γιάννης, Δημητριάδου Αντιγόνη, Δημητρίου Ζαχαρίας
Ιακωβίδου Ιωσηφίνα, Καραγιάνη Σταυρούλα, Κρέστα Χαρά
Μουρίκη Θεοφανώ, Μουρίκης Λεωνίδας, Μελισσάρη Δώρα
Ξουραφά Μαρία, Πρωτοπούλου Ανδριάννα, Σκούρτη Αγγελική
Φουρναράκη Μαρία, Χαραλαμποπούλου Χριστίνα