Ο Θείος Βάνιας – Σκηνές από τη ζωή στην ύπαιθρο σε τέσσερις πράξεις του Άντον Τσέχωφ
Γράφει η Βίβιαν Μητσάκου
Πένθος για τα χρόνια που σπαταλήθηκαν, θλίψη για τις χαμένες αγάπες και τους έρωτες χωρίς ανταπόκριση, ανία, κούραση, ματαίωση.
Με το εμβληματικό έργο «Ο Θείος Βάνιας» επέλεξε ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καραντζάς να ξανασυναντηθεί με τον Άντον Τσέχωφ, μετά τις «Τρεις αδελφές» του που μας είχε παρουσιάσει το 2019. Ήταν η πιο πολυσυζητημένη και πολυαναμενόμενη παράσταση της φετινής θεατρικής σεζόν.
O Άντον Τσέχωφ, είναι ένας από τους σημαντικότερους θεατρικούς συγγραφείς του παγκόσμιου θεάτρου, συν-διαμορφωτής, σύμφωνα με τους μελετητές του, μαζί με τον Ερρίκο Ίψεν και τον Αύγουστο Στρίντμπεργ της πρώιμης περιόδου του μοντερνισμού στο θέατρο.
Το έργο διαδραματίζεται στην ρωσική ύπαιθρο στο κτήμα του καθηγητή Σερεμπριακώφ. «Ο Θείος Βάνιας» θεωρείται μια ιλαροτραγωδία ανεκπλήρωτων ερώτων, ανθρώπινης μοναξιάς, στην οποία πρωταγωνιστής δεν είναι μόνο ο Θείος Βάνιας, αλλά όλοι οι χαρακτήρες του έργου. Ο Τσέχωφ με οξυδέρκεια, χιούμορ και χωρίς συμπόνια γράφει τέσσερις σκηνές και συμπυκνώνει όλη την υπαρξιακή αγωνία και το ατελές της ανθρώπινης φύσης και στο έργο του καθρεφτίζεται το βάλτωμα της ζωής των ηρώων του.
Ο συνταξιούχος πια καθηγητής Σερεμπριακώφ (Μανώλης Μαυροματάκης) και η νεαρή σύζυγός του Έλενα (Θεοδώρα Τζήμου), επιστρέφουν στο κτήμα με σκοπό την μόνιμη εγκατάστασή τους. Το κτήμα όλα αυτά τα χρόνια το φρόντιζε και το νοιαζόταν ο Βάνιας (Χρήστος Λούλης) μαζί με την ανιψιά του Σόνια, (Ηρώ Μπέζου), κόρη της πεθαμένης αδελφής του, ένα εργατικό, νεαρό κορίτσι, που της λείπει η αυτοπεποίθηση, δεν πιστεύει στον εαυτό της και είναι κρυφά ερωτευμένη με τον καθημερινό επισκέπτη του σπιτιού τον γιατρό Αστρώφ (Φιντέλ Ταλαμπούκας). Ο Βάνιας είναι κρυφά ερωτευμένος με την νεαρή Έλενα (Θεοδώρα Τζήμου). Στο σπίτι μένει και η πεθερά του Σερεμπριακώφ, η Μαρία Βασιλίεβνα (Ξένια Καλογεροπούλου), που τρέφει μεγάλο σεβασμό για την προσωπικότητα και τις απόψεις του καθηγητή και πρώην γαμπρού της. (Tην ημέρα που είδα την παράσταση η Ξένια Καλογεροπούλου είχε αντικατασταθεί από την Ρίτα Λυτού).
Ο Βάνιας και η Σόνια φροντίζουν τα κτήματα, ζουν φτωχικά και με στερήσεις για να στέλνουν το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων από το κτήμα στον καθηγητή. Η επιστροφή του καθηγητή Σερεμπριακώφ και οι αποφάσεις του για την τύχη του κτήματος, αναστατώνουν την μονότονη και ανιαρή ζωή των ενοίκων του σπιτιού. Ο γιατρός Αστρώφ αγαπά την φύση, τα δάση και είναι και αυτός ερωτευμένος με την νεαρή Έλενα και δεν ανταποκρίνεται στον έρωτα που τρέφει η Σόνια για αυτόν.
Ο Δημήτρης Καραντζάς σκηνοθετεί το αριστούργημα του Τσέχωφ, χρησιμοποιώντας την εξαιρετική μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη και εστιάζοντας περισσότερο στην σκοτεινή πλευρά του έργου. Οι ήρωές του έχουν παραδοθεί στην μονοτονία μιας ζωής μελαγχολικής, ανιαρής, στενάχωρης, απαισιόδοξης, μη ελπίζοντας για τον εαυτό τους καλύτερες μέρες.
Ολόκληρη την σκηνή του Θεάτρου Προσκήνιο καταλαμβάνει ένα τεράστιο τραπέζι, όπου οι τέσσερις γωνίες του αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς χώρους του σπιτιού. Εικαστικό και εμβληματικό το σκηνικό της Μαρίας Πανουργιά διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην παράσταση. Ο σκηνοθέτης δημιουργεί ένα κλειστοφοβικό τοπίο, που εμποδίζει τους ήρωες του να κινηθούν ελεύθερα. Δεν έχουν ελευθερία κινήσεων, όπως δεν έχουν ελευθερία κινήσεων και ελευθερία επιλογών και στην πραγματική τους ζωή. Κλειστοφοβικός ο χώρος τους όπως κλειστοφοβική είναι και η ζωή τους. Το τεράστιο τραπέζι ως σκηνοθετική επιλογή μας μεταδίδει το τέλμα των ηρώων.
Η δράση όλου του έργου διαδραματίζεται γύρω από αυτό το τραπέζι με τα πλουσιοπάροχα αγαθά. Ο ένοικοι του σπιτιού συγκεντρώνονται όχι για να απολαύσουν την ζωή και ό,τι αυτή τους προσφέρει, αλλά για να μας δείξουν το αδιέξοδο της ζωής τους, τις προσωπικές τους ματαιώσεις και να κλάψουν για τους ανεκπλήρωτους έρωτές τους. Το τεράστιο αυτό τραπέζι χρησιμοποιείται σαν αίθουσα πρωινού ή σαν ένα παρατηρητήριο ζωής ή σαν ένας τόπος που τα πρόσωπα ανεβαίνουν για να δοκιμάσουν τη διαφυγή τους από την καθημερινότητα ενώπιον των υπολοίπων “καλεσμένων”. Τα πρόσωπα του Τσέχωφ, καθηλωμένα, καθισμένα περιμετρικά, τρώνε βουλιμικά, πίνουν τσάι, παλεύουν να ξανανιώσουν και φαντασιώνονται την ομορφιά της ζωής σε μια χορογραφία των μικροπραγμάτων. Κινούνται αλλά μοιάζουν να μένουν στάσιμοι στο ίδιο σημείο. Μεγάλες παύσεις υπογραμμίζουν τα σοβαρά προβλήματα που τους απασχολούν. Ένα σύνολο δυστυχισμένων ανθρώπων στους οποίους πολλοί από εμάς αναγνωρίζουν κάποια πτυχή του εαυτού τους.
Ένας μεγάλος πίνακας υπάρχει στον διάδρομο του σπιτιού πίσω από το τραπέζι, που αλλάζει συνεχώς και αντικαθίσταται με ολοένα και μικρότερους πίνακες, λες και ακολουθεί τις ζωές των ηρώων του έργου και τα τεράστια αδιέξοδά τους.
Οι ήρωές μας βρίσκονται σε απόγνωση. Αισθάνονται ασφυξία. Νιώθουν ότι δεν μπορούν να αναπνεύσουν. Ανεβαίνουν σε καρέκλες, κάθονται στο μεγάλο τραπέζι ή κρύβονται κάτω από αυτό, τρώνε τα φαγητά ή τα γλυκά τσαλαβουτώντας τα με τα χέρια τους από τις μεγάλες πιατέλες που υπάρχουν στο στρωμένο τραπέζι.
Ιδιαίτερη η κινησιολογία του Τάσου Καραχάλιου και η μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού. Ο ήχος της σταγόνας που ακούγεται συνεχώς μοιάζει σαν να θέλει να υπενθυμίσει στους ήρωές μας τον χρόνο της ζωής που φεύγει. Οι θερμοί φωτισμοί του Λευτέρη Παπαδόπουλου εντείνουν την δραματοποίηση της παράστασης.
Ο Χρήστος Λούλης είναι ένας εκπληκτικός θείος Βάνιας. Από την πλήρη απάθεια για ζωή, μεταμορφώνεται σε έναν οργισμένο άνθρωπο που δεν αντέχει την αδικία που γίνεται. Οργίζεται για τα χαμένα του νιάτα που τα πέρασε υπηρετώντας τον κ.Καθηγητή και παραμελώντας τον ίδιο του τον εαυτό. Κορυφαία η σκηνή της σύγκρουσής του με τον καθηγητή. Μια πραγματικά συγκλονιστική και συνταρακτική ερμηνεία.
Η Ηρώ Μπέζου είναι μία πολύ αληθινή και συγκινητική Σόνια, μια απολαυστική Σόνια. Μια νέα κοπέλα που νιώθει ότι η ζωή της τελειώνει, αλλά θα προσπαθήσει να επιβιώσει. «Θα ζήσουμε θείε Βάνια. Θα ζήσουμε».
Ο Μανώλης Μαυροματάκης συνεπής και καίριος στον ρόλο του Σερεμπριακώφ, εκπληκτικός στην σκηνή της μεγάλης σύγκρουσης.
Η Θεοδώρα Τζήμου υπέροχη και πειστικότατη στον ρόλο της νεαρής και όμορφης Έλενας, που πλήττει αφάνταστα στο πλευρό του ηλικιωμένου και άρρωστου συζύγου της. Ωραιότατη και συγκινητική η σκηνή που συμφιλιώνεται με την Σόνια. Υπέροχη σκηνική παρουσία.
Τρυφερή η Μαρίνα της Μαρίας Φιλίνη. Είναι η μόνη που κινείται διαρκώς και περιποιείται τους υπόλοιπους ήρωες.
Ο Αστρώφ του Φιντέλ Ταλαμπούκα είναι ρεαλιστής. Μιλά προφητικά για τις συνέπειες που θα έχει η αλόγιστη συμπεριφορά των ανθρώπων στην φύση. Πειστικότατος με υπέροχη σκηνική παρουσία.
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος είναι ο Τελιέγκιν.
Ζούμε, άραγε, και σήμερα τα ίδια αδιέξοδα όπως οι ήρωες του Θείου Βάνια; Η μόνιμη αίσθηση μη ικανοποίησης από τη ζωή, το αδιέξοδο, η ανία που καταλήγει σε ματαίωση και στην αίσθηση πως δεν περιμένουμε τίποτα πια από τη ζωή μας, η αίσθηση εξαναγκαστικού εγκλεισμού σε μία ζωή που χτίσαμε μόνοι μας, η αίσθηση πως τώρα πια είναι αργά για αλλαγές, είναι αργά για αισιοδοξία; Η αίσθηση πως τα πράγματα θα είναι καλύτερα για τις επόμενες γενιές και εμείς καλούμαστε να πολεμήσουμε για εκείνους υπομένοντας την τωρινή μας κατάσταση; Μου θύμισε το παλιό ρητό: «Μια κοινωνία μεγαλώνει όταν οι γέροι φυτεύουν δέντρα ενώ γνωρίζουν ότι δε θα καθίσουν ποτέ στη σκιά τους». Θα πολεμήσουμε για τους επόμενους. Και εν τω μεταξύ, ματαίωση, θλίψη ανία αλλά και συχνά μια ζέστη στην καρδιά και μια ψυχική ανάταση και μια ηλιαχτίδα που κραυγάζει μέσα μας «Θα ζήσουμε, θείε Βάνια, θα ζήσουμε». Και αυτή η ηλιαχτίδα είναι αρκετή από μόνη της για να μας δώσει το κουράγιο να αλλάξουμε εξ ολοκλήρου τη ζωή μας προς το καλύτερο σήμερα, τώρα, αυτή τη στιγμή που μιλάμε.
Ο Θείος Βάνιας σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά είναι μία εξαιρετική παράσταση που καταγράφει με εκπληκτική σαφήνεια και εύστοχους χειρισμούς το ανικανοποίητο της ανθρώπινης φύσης. Αξίζει να την παρακολουθήσετε!
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Χρήστος Λούλης – Βάνιας
Ξένια Καλογεροπούλου – Μαρία Βασίλιεβνα
Μανώλης Μαυροματάκης- Σερεμπριακώφ
Θεοδώρα Τζήμου – Έλενα Αντρέεβνα
Ηρώ Μπέζου – Σόνια
Φιντέλ Ταλαμπούκας – Άστρωφ
Μαρία Φιλίνη – Μαρίνα
Αντώνης Αντωνόπουλος – Τελιέγκιν
Μετάφραση: Χρύσα Προκοπάκη
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς
Σκηνικά: Μαρία Πανουργιά
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός
Κίνηση: Τάσος Καραχάλιος
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Παναγιώτης Γκιζώτης
Βοηθός σκηνογράφου: Σοφία Θεοδωράκη
Βοηθός ενδυματολόγου: Ιφιγένεια Νταουντάκη
Οργάνωση παραγωγής: Κατερίνα Λιάτσου
Φωτογραφίες & Artwork & video: Γκέλυ Καλαμπάκα