ΟΛΕΑΝΝΑ του Ντέιβιντ Μάμετ
Γράφει η Βίβιαν Μητσάκου
Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να καταστρέφει με τη θέλησή του τη ζωή κάποιου άλλου και μάλιστα χωρίς καθόλου ενοχές; Πώς μπορεί η συμπεριφορά κάποιου που θέλει να βοηθήσει να παρερμηνευτεί ως σεξουαλική παρενόχληση; Μήπως είναι; Είναι η σεξουαλική παρενόχληση και η κατάχρηση εξουσίας πάντα τόσο εμφανή φαινόμενα ή πολύ συχνά μπορεί να είναι δύσκολο να τα εντοπίσεις ή να εξηγήσεις στην προσπάθεια να υπερασπιστείς τον εαυτό σου; Μια κατάσταση που μπορεί να θεωρείται φιλική υπό άλλες συνθήκες, πώς αλλάζει όταν δεν υπάρχει ισορροπία στο θέμα εξουσίας μεταξύ δύο ανθρώπων; Πώς επηρεάζουν οι άλλοι την κρίση σου; Πόσο μπορεί να σε αλλάξει η εξουσία όταν την αποκτάς; Ποιος έχει δίκιο και ποιος έχει άδικο; Μήπως έχουν και οι δύο δίκιο; Ή μήπως, ακόμα καλύτερα, έχουν και οι δύο άδικο;
Η Ολεάννα του Ντέιβιντ Μάμετ, ένα από τα πιο προκλητικά κείμενα του βραβευμένου με Πούλιτζερ Αμερικανού συγγραφέα, επανέρχεται και την φετινή θεατρική σεζόν σε σκηνοθεσία Φίλιππου Σοφιανού, που πρωταγωνιστεί μαζί με την πρωτοεμφανιζόμενη Δένια Μιμερίδη. Ένα έργο δύο χαρακτήρων, σε τρεις πράξεις.
Το έργο είναι γραμμένο στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν στην Αμερική ορθώθηκε το κίνημα της «πολιτικής ορθότητας» και κάθε κατηγορία για σεξουαλική παρενόχληση ήταν ένα ισχυρό όπλο άσκησης εξουσίας. Δημοσιεύθηκε ένα χρόνο μετά την πρώτη δίκη στις ΗΠΑ για σεξουαλική παρενόχληση.
Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Μάιο του 1992 στο Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης με τον θίασο Back Bay Theater. Το 1993 ανέβηκε με εξαιρετική επιτυχία στο Royal Court Theatre σε σκηνοθεσία του βραβευμένου με Νομπέλ Χάρολντ Πίντερ. Το 1994 o ίδιος ο Μάμετ μετέφερε το έργο του και στον κινηματογράφο με τον ομώνυμο τίτλο, προκαλώντας αντιδράσεις τόσο από τις φεμινιστικές οργανώσεις, όσο και από τους πανεπιστημιακούς κύκλους. όταν ο David Mamet γράφει το έργο αυτό το 1992 γεννά πλήθος αντιδράσεων. Οι κριτικοί αντιμετώπισαν το έργο ως μια δεξιά πολεμική ενάντια στην πολιτική ορθότητα, ενώ για τους αριστερούς ο Μάμετ έγινε σύμβολο της τοξικής αρρενωπότητας.
To κείμενο του Μάμετ είναι δυνατό και έντονα πολιτικό γύρω από την πολιτική ορθότητα.
Το έργο του δεν θίγει μόνο το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης. O κύριος πυρήνας του είναι η δύναμη της εξουσίας και πώς η εξουσία αλλάζει τον χαρακτήρα του ανθρώπου που την κατέχει. Καυτηριάζει επίσης την λεξιπενία των σημερινών νέων, την κατάσταση που επικρατεί στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Ο Μάμετ με το ιδιόρρυθμο γράψιμό του, με τους διαλόγους του που η φωνή του ενός πέφτει πάνω στην φωνή του άλλου, τους ιδιωματισμούς του και την γρήγορη ροή των διαλόγων έχει δημιουργήσει την δική του «σχολή», την Μamet speak, επηρεασμένος από τον Χάρολντ Πίντερ, όπως ο ίδιος είχε αναφέρει.
Ο Τζων, ένας πετυχημένος καθηγητής πανεπιστημίου, δέχεται στο γραφείο του την συνεσταλμένη φοιτήτριά του Κάρολ, η οποία ζητά να μάθει για την χαμηλή βαθμολογία που πήρε στο μάθημά του και τον παρακαλεί να την βοηθήσει να καταλάβει το μάθημά του για να μπορέσει να το «περάσει». Ο Τζων, με σοβαρά οικογενειακά προβλήματα, κάνει πρόταση στην νεαρή φοιτήτρια να την βοηθήσει, κάνοντας της ιδιαίτερα μαθήματα με ιδιαίτερες συναντήσεις έξω από το δεδομένο πλαίσιο κανόνων του φαινομενικά δημοκρατικού πανεπιστημίου. Τα μαθήματα αρχίζουν και ένας άγριος, ανελέητος πόλεμος λέξεων και πράξεων αρχίζει μεταξύ των δύο ηρώων μας, όταν η Κάρολ καταγγέλλει τον καθηγητή της για σεξουαλική παρενόχληση.
Το όνομα της πρωταγωνίστριας είναι Κάρολ. Πώς προκύπτει, λοιπόν, το όνομα του θεατρικού έργου «Ολεάννα»;
Η αλήθεια είναι ότι το θεατρικό έργο πήρε το όνομά του από ένα Νορβηγικό παραδοσιακό τραγούδι από το 1853 που αναφέρεται σε ένα όραμα περί Ουτοπίας. Το τραγούδι αποτελεί μια κριτική στο όραμα του Ole Bull για μία τέλεια κοινωνία στην Αμερική. Ο Ole Bull ίδρυσε στην Pennsylvania την αποικία Νέα Νορβηγία με κέντρο της την πόλη Ολεάννα αλλά η αποικία απέτυχε παταγωδώς και όλοι οι μετανάστες αναγκάστηκαν να φύγουν , αφού είχαν εγκαταλείψει ήδη τα πάντα για να εγκατασταθούν στην «τέλεια αποικία για μια τέλεια ζωή». Αναγκάστηκαν να φύγουν αφού είχαν ακολουθήσει ένα άπιαστο όνειρο, μια φούσκα που έσκασε αμέσως. Στο τραγούδι εκφράζεται η επιθυμία του τραγουδιστή να φύγει από τη Νορβηγία και να δραπετεύσει στην Ολεάννα, στη γη όπου όλα είναι τέλεια, όλα συμβαίνουν χωρίς κόπο και προσπάθεια, στη γη που – όπως λέει το τραγούδι- «το σιτάρι και το καλαμπόκι φυτεύονται μόνα τους και μετά μεγαλώνουν ενάμιση μέτρο την ημέρα ενώ εσύ κάθεσαι στο κρεβάτι σου και ξεκουράζεσαι».
Ο Ντέιβιντ Μάμετ χρησιμοποιεί την «Ολεάννα» ως όνομα του έργου του, για να μας δείξει με αριστοτεχνικό τρόπο το άπιαστο κυνήγι για μια καλύτερη κατάσταση, για μια καλύτερη ζωή. Ο Τζων επενδύει τα χρήματά του και τον χρόνο του και την ενέργειά του στο να αγοράσει ένα σπίτι και να αποκτήσει μια καλύτερη ζωή. Η μονιμοποίησή του στο Πανεπιστήμιο που θα φέρει την ασφάλεια και τα χρήματα και το μεγάλο σπίτι είναι το δικό του κυνήγι για το άπιαστο, είναι η δική του Ουτοπία. Και αποτυγχάνει. Η Κάρολ από την άλλη κυνηγάει τις δυνατότητες που θα της δώσει η Εκπαίδευση στο να σκέφτεται για τον εαυτό της, να είναι ανεξάρτητη στη σκέψη της και να έχει όλα όσα χρειάζεται για να καταφέρει στη ζωή της όλα όσα θελήσει. Αυτό είναι το δικό της κυνήγι της Ουτοπίας. Και, όπως και ο Τζων, αποτυγχάνει.
Και οι δύο τους συνειδητοποιούν την Ουτοπία που είναι μια πολιτισμένη διαφορά απόψεων, όπου οι δύο συνομιλητές θα επικοινωνούν και θα σέβονται ο ένας τον άλλον, αφού η εξουσία τούς μετατρέπει και τους δύο σε άγρια θηρία.
Η εκπαίδευση, στην πραγματικότητα, αποτελεί κεντρικό θέμα στο έργο αυτό και οι απόψεις που ακούγονται στην παράσταση σε σχέση με το εκπαιδευτικό σύστημα και πώς αυτό λειτουργεί και την πραγματική επίδραση που έχει στους φοιτητές είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες. Θα μπορούσε να είναι αποκλειστικά μία παράσταση που σου ανοίγει νέους τρόπους σκέψης σε σχέση με την Εκπαίδευση εν γένει, αν δεν ήταν ταυτόχρονα και τόσα πολλά ακόμα σημαντικά πράγματα.
Το σκηνικό στην σκηνή του Θεάτρου Μικρό Άνεσις, δημιουργία της Χριστίνας Κωστέα είναι λιτό. Ένα μεγάλο, λευκό, επικλινές, οβάλ γραφείο με ένα τηλέφωνο και δύο καρέκλες. Όπως ανέφερα είναι ένα έργο για δύο. Παρακολουθούμε την ιστορία και τελειώνοντας η παράσταση δεν μπορούμε να αποφασίσουμε ποιος από τους δύο έχει το δίκαιο και ποιος το άδικο. Το θύμα γίνεται θύτης και ο θύτης θύμα.
«Εκείνος λέει, ότι ήταν απλώς ένα μάθημα. Εκείνη, σεξουαλική παρενόχληση.
Όποιον και να πιστέψετε, θα κάνετε λάθος», μας υπογραμμίζει ο Μάμετ.
Ο Φίλιππος Σοφιανός μας χαρίζει μία ευφυέστατη σκηνοθεσία και χρησιμοποιεί με πανέξυπνο τρόπο το εύρημα του τραπεζιού για να μας δείξει ποιος έχει το πάνω χέρι.
Οι φωτισμοί και η μουσική ντύνουν υπέροχα την παράσταση.
Οι δύο πρωταγωνιστές, ο Φίλιππος Σοφιανός και η πολλά υποσχόμενη Δένια Μιμερίνη, στην πρώτη της θεατρική παρουσία, έχουν μία τρομερή χημεία επί σκηνής.
Ο Φίλιππος Σοφιανός, έμπειρος ηθοποιός, με την στόφα μεγάλου ηθοποιού, δίνει πραγματικά ρεσιτάλ ερμηνείας, που πρέπει να παρακολουθήσουν όσοι θέλουν να ασχοληθούν με την θεατρική τέχνη, όλοι όσοι αγαπούν το θέατρο αλλά και όλοι όσοι νιώθουν πως το θέατρο τους αφήνει αδιάφορους ούτως ώστε να το αγαπήσουν αυτόματα.
Ο Ντέιβιντ Μάμετ στο βιβλίο του «Προς τον Ηθοποιό» γράφει: «δεν υπάρχει τίποτα λιγότερο ενδιαφέρον σ’ αυτό τον κόσμο από έναν ηθοποιό που τον απασχολούν τα συναισθήματά του πάνω στη σκηνή. Η ίδια η προσπάθεια να εκβιάσει το συναίσθημά του τον «πετάει» έξω από το έργο. Είναι ο υπέρτατος εγωκεντρισμός και, παρόλο που μπορεί να τίθεται ο εγωκεντρισμός αυτός στην υπηρεσία ενός ιδανικού, δε γίνεται γι’ αυτό λιγότερο πληκτικός». Ο Φίλιππος Σοφιανός φαίνεται πως συμφωνεί με τον Ντειβιντ Μάμετ και επιτυγχάνει κάτι εξαιρετικά δύσκολο. Δεν υποδύεται απλώς τον Τζων στην Ολεάννα. Γίνεται ο Τζων στην Ολεάννα. Δεν σκέφτεται ποτέ τι νιώθει τώρα ο ήρωάς του. Γίνεται ο ήρωάς του με σάρκα και οστά και χρησιμοποεί τη φωνή του για να μεταδώσει τους θεατές τα διαφορετικά διαδοχικά συναισθήματα που νιώθει ο ίδιος με απόλυτη ειλικρίνεια και αυτό ρέει με φυσικό τρόπο και αβίαστα. Κάνει ένα τρομερά δύσκολο εγχείρημα να φαντάζει απλό. Και αυτό πρόκειται για ένα εξαιρετικό επίτευγμα υποκριτικής. Του αξίζουν πολλά συγχαρητήρια.
Η Δένια Μιμερίνη στην πρώτη της εμφάνιση έχεi μια εξαιρετική ερμηνεία, είναι πειστικότατη ως συνεσταλμένη φοιτήτρια και ενσαρκώνει άψογα την έχουσα την εξουσία. Περιμένω και τις επόμενες θεατρικές κινήσεις της.
H Ολεάννα γράφτηκε το 1992. Σήμερα, μπορούμε να δούμε αυτό το έργο διαφορετικά. Ο Τζων θέλει πραγματικά να βοηθήσει την Κάρολ. Στην προσπάθεια αυτή, όμως, ξεπερνάει κάποια όρια. Κάποια όρια που το 1992 ήταν τρομερά δυσδιάκριτα και θολά και που σήμερα, ευτυχώς, με τις συζητήσεις που γίνονται, με τον διάλογο που μπορεί να λαμβάνει χώρα, αυτά τα όρια είναι πολύ πιο σαφή. Είχαμε συνηθίσει ως αποδεκτή κατάσταση την έλλειψη ορίων και σήμερα μαθαίνουμε να βάζουμε σαφώς διακεκριμμένα όρια. Το να παρακολουθείς την Ολεάννα σήμερα στο θέατρο είναι επίκαιρο και είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εμπειρία από όλες τις απόψεις, που μπορεί να γίνει βάση συζήτησης για το κίνημα me too.
Πρόκειται για μία παράσταση αριστοτεχνικά φτιαγμένη με δυνατές ερμηνείες. Μια εξαιρετική παράσταση, βασισμένη σε ένα επίκαιρο και σύγχρονο κείμενο του Μάμετ, με μία ευφυέστατη σκηνοθεσία του Φίλιππου Σοφιανού, με εξαιρετικές ερμηνείες που σας συνιστώ ανεπιφύλακτα να παρακολουθήσετε.
Πρόκειται για μια παράσταση που την κουβαλάς μέσα σου για καιρό, που σε βάζει σε σκέψεις σε σχέση με πολλά ζητήματα. Που σε καλεί να αναθεωρήσεις όλα όσα πίστευες και να ξεκινήσεις να σκέφτεσαι από την αρχή σαν όλα να είναι ένα λευκό χαρτί. Ποιος είναι αθώος και ποιος είναι ένοχος; Ποιος έχει δίκιο και ποιος έχει άδικο; Είναι η ζωή χωρισμένη σε άσπρο και μαύρο ή υπάρχουν αμέτρητες ενδιάμεσες αποχρώσεις; Φεύγοντας από το θέατρο έχεις γεμίσει με περισσότερα ερωτήματα παρά με απαντήσεις και αυτό ακριβώς χρειαζόμαστε οι άνθρωποι. Χρειαζόμαστες σωστές ερωτήσεις πολύ περισσότερο από μια απάντηση. Φεύγοντας από το θέατρο έχεις μεταμορφωθεί σε έναν άνθρωπο που έχει τη δύναμη να αναθεωρήσει πολλά. Και αυτό είναι ένα κέρδος ανεκτίμητο.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Μετάφραση: Γεωργία Ζάχου
Σκηνοθεσία – φωτισμοί – μουσική επιμέλεια: Φίλιππος Σοφιανός
Σκηνικά – κοστούμια: Χριστίνα Κωστέα
Βοηθός σκηνοθέτης: Γιάννης Τσουρουνάκης
Φωτογραφίες promo: Γιώργος Καλφομανώλης
Artwork: Άρης Σομπότης
Επικοινωνία: Ειρήνη Λαγουρού
Παραγωγή: Hand Made Production
Διανομή
Φίλιππος Σοφιανός – Τζων
Δένια Μιμερίνη – Κάρολ