Είδα την παράσταση «ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΚΟΝΤΕΣΣΑΣ ΒΑΛΕΡΑΙΝΑΣ»

«Το μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας»  του Γρηγορίου Ξενόπουλου

 

Γράφει η Βίβιαν Μητσάκου

Από πολύ μικρή ηλικία ο Γρηγόριος Ξενόπουλος ήταν ο αγαπημένος μου συγγραφέας. Λατρεύω όλα τα μυθιστορήματά του και η υπογραφή του «Σας ασπάζομαι Φαίδων» στις Αθηναικές επιστολές του, ασκούσε επάνω μου μία μαγική επιρροή.

«Tο μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας», το αριστούργημα του Γρηγορίου Ξενόπουλου είναι ένα από τα πιο πολύτιμα ελληνικά κείμενα που η παρουσίαση του στο θέατρο καταδεικνύει την διαχρονικότητα του θέματος καθώς και των αξιών που διαπραγματεύεται. Παραμένει τόσο σημερινό και επίκαιρο όσο ποτέ, παρόλο που γράφτηκε στο τέλος του 19ου αιώνα.(Γράφτηκε το 1897 και παρουσιάστηκε στη Νέα Σκηνή του Χρηστομάνου το 1904).

Η υπόθεση διαδραματίζεται στη Ζάκυνθο, όπου οι Βαλέρηδες, αρχοντική γενιά, έχουν ξεπέσει οικονομικά, αγγίζοντας τα όρια της φτώχειας. Η κοντέσσα Βαλέραινα κατέχει μια συνταγή που πηγαίνει από Βαλέραινα σε Βαλέραινα και θεραπεύει τη «θέλλα» των ματιών.

Μια μυστική συνταγή την οποία έχει ορκιστεί να μην αποκαλύψει και να την δίνει αφιλοκερδώς σε όποιον την έχει ανάγκη. Την πιέζουν όμως η φτώχεια και η πείνα των παιδιών της. H κοντέσσα Βαλέραινα βρίσκεται σε δεινή ψυχολογική κατάσταση. Να πουλήσει το μυστικό για το γιατροσόφι, που κρατιέται επτασφράγιστο μυστικό για τρεις αιώνες, για να σώσει την οικογένειά της, ή να μείνει πιστή στον όρκο της  να παραδώσει την συνταγή του φαρμάκου, λίγο πριν πεθάνει στην νέα κοντέσσα Βαλέραινα, την νύφη της; Ο Ξενόπουλος δίνει μια μεγαλοφυή λύση στη σύγκρουση χρέους και ανάγκης.

Στην σκηνή του Θεάτρου Αργώ συναντώνται για πρώτη φορά οι δύο μεγάλες κυρίες του θεάτρου μας.  Ρούλα Πατεράκη και Αιμιλία Υψηλάντη.

Σε συνέντευξή της η Αιμιλία Υψηλάντη μας εξηγεί τους λόγους που την ώθησαν να επιλέξει την  Ρούλα Πατεράκη να κάνει την σκηνοθεσία. «Αγαπώ πολύ τα έργα του Ξενόπουλου και ο ρόλος της κοντέσσας Βαλέραινας είναι για μένα μία πρόκληση. Με προβλημάτιζε ωστόσο πώς αυτό το έργο μπορεί να παιχτεί σήμερα. Η γλώσσα του θεάτρου και ο τρόπος που δουλεύουμε σκηνοθέτες και ηθοποιοί έχει διαφοροποιηθεί από τον τρόπο που συνήθως ανέβαιναν αυτά τα έργα. Επομένως έπρεπε να στηριχθώ σε καλλιτεχνικούς δημιουργούς που και την εμπειρία και την γνώση έχουν για να φέρουν τέτοια κείμενα κοντά στο σημερινό θεατρικό κοινό. Έτσι επέλεξα την Ρούλα Πατεράκη για την μεταγραφή, τη διδασκαλία και την σκηνοθεσία του έργου».

Η σκηνή του Θεάτρου ΑΡΓΩ θυμίζει ένα φτωχικό και παραμελημένο σπιτικό και  ένα μικρό εργαστήριο, γεμάτο μπουκαλάκια, (σκηνικά Χριστίνας Κωστέα ), όπου η Κοντέσσα Βαλέραινα (Αμαλία Υψηλάντη) τα βράδια, σε έναν σχεδόν σκοτεινό περιβάλλον, έχοντας βοηθό της την οικονόμο της (Τασία Σοφιανίδου – αξιόλογη, ερμηνεία  με σκηνική βαρύτητα ), κατασκευάζει την μυστική κρέμα, που πάντα την χαρίζει, χωρίς να δεχθεί ποτέ χρηματική αμοιβή, ούτε έστω ένα καλάθι με απλά χρήσιμα τρόφιμα, που τόσο έχει ανάγκη η οικογένειά της.

Η  Ρούλα Πατεράκη πάντα ανατρεπτική και ρηξικέλευθη, “κλείνει το μάτι” στον Ξενόπουλο και τον μεταφέρει σε μια εποχή πιο σύγχρονη, χωρίς να του στερεί τίποτα από το χαρακτηριστικό κλίμα που αποπνέουν τα έργα του, δημιουργώντας ένα ρέκβιεμ πάνω  στο αγαπημένο μυθιστόρημα.

Στην εύστοχη ερώτηση ενός θεατή “πόσο επίκαιρος, αν και αγαπημένος, μπορεί να είναι σήμερα στον 21ο αιώνα, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος”, η πολυσχιδής Ρούλα Πατεράκη μας απαντά¨. “Σημαντικά κείμενα μιας άλλης εποχής, κατά την γνώμη μου, για να αφορούν το τώρα πρέπει να μεταγράφονται. Γι’ αυτό το λόγο, για δεύτερη φορά, προχώρησα σε μια μεταγραφή – δραματουργία. Η πρώτη φορά ήταν, όταν εκανα την δραματουργική μεταγραφή για το Εθνικό θέατρο, που μου πρότεινε ο Γιάννης  Χουβαρδάς πάνω στο θέμα της Φωτεινής Σάντρη, τον «Κόκκινο Βράχο». Αυτή τη φορά το αγαπημένο έργο του Ξενόπουλου  η  «Κοντέσσα Βαλέραινα» θα «ξαναγεννηθεί» στην σκηνή τυ Θεάτρου Αργώ.”

Τρεις γενιές συγκρούονται επί σκηνής. Η Κοντέσσα Βαλέραινα. Η άλλοτε δυνατή και πλούσια Κοντέσσα, βρίσκεται σε μια δεινή οικονομική θέση. Έχει πουλήσει το σπίτι-παλάτι, το πατρικό της , τα έπιπλα, τα βιβλία και η οικονομική της κατάσταση είναι τόσο άσχημη, που της στερεί και τα απαραίτητα για επιβίωση. Όμως αυτή πιστή στις παραδόσεις της οικογένειάς της, στον όρκο που έδωσε στην πεθερά της, να μην πουλήσει ποτέ την συνταγή του φαρμάκου, στέκει αγέρωχη, αμετάπειστη. Προτιμά να πεθάνει, από το να αθετήσει τον όρκο της.

«Μπορεί τα δακτυλίδια να πέσουν, μένουν όμως τα δάχτυλα».

Η δεύτερη γενιά, είναι ο γιός της και η νύφη της. Ο γιός (Χρύσανθος Παύλου – πειστικότατος στον ρόλο του) έχοντας μεγαλώσει  μέσα στα πλούτη, χωρίς να εργαστεί ποτέ, αρνείται να αντιμετωπίσει την απελπιστική κατάσταση που αντιμετωπίσει η οικογένεια. Πίνει, παίζει χαρτιά, φέρεται βάναυσα στην γυναίκα του. Η φτώχεια τον έχει κάνει αγνώριστο.  Πιέζει ψυχολογικά την μητέρα του να πουλήσουν την συνταγή σε έναν πλούσιο έμπορο, (Ευθύμης Μπαλαγιάννης – με σκηνική άνεση) που ενδιαφέρεται να αγοράσει το “μυστικό” προς δικό του μεγάλο οικονομικό όφελος. Διαχρονικός αδίστακτος, μαυραγορίτης και αριβίστας.

Η νύφη (Ευανθία Κουρμούλη – φυσική, καίρια), μια φιλόδοξη και ραδιούργα γυναίκα, που δεν διστάζει αρχικά να πλέξει πλεκτάνη, προκειμένου να αποσπάσει το μυστικό και να το πουλήσει. Δέχεται το φλερτ του πλούσιου εμπόρου, τα δώρα του. Επιθυμεί να ξεφύγει από την ανελέητη φτώχεια που βιώνει.

Και η τρίτη γενιά, ο εγγονός (Νικόλας Παπαευθυμίου – ιδιαίτερη ερμηνεία), ένα παιδί 17 χρονών που περιμένει να ζήσει από το πενιχρό χαρτζιλίκι του πατέρα και της γιαγιάς. Μια «ανάπηρη», «ανήμπορη» γενιά, που έμαθε μόνο να ζητά και να παίρνει. Ένα δεκαεπτάχρονο παλικάρι, που φέρεται σαν μικρό παιδί, νοιάζεται μόνο να εξασφαλίσει την καλοπέρασή του και αδιαφορεί για τα πάντα, κλεισμένος στον μικρόκοσμό του.

Γνώριμες όλες οι καταστάσεις. Στην ουσία τίποτα δεν μοιάζει να άλλαξε στην τότε οικονομική κρίση του δεκάτου ενάτου αιώνα και στην σημερινή. Ίδιες σκέψεις, ίδιοι πρωταγωνιστές, ίδιες πράξεις. Η απελπισία που φέρνει η φτώχεια, η ανέχεια, δεν αλλάζει. Άνθρωποι στα πρόθυρα νευρικής κρίσης τότε και τώρα.

Ανάμεσα στις σκηνές της παράστασης ακούγονται από όλους τους ηθοποιούς όμορφα τραγούδια,  (όμορφη σκηνοθετική πινελιά), την πρωτότυπη μουσική και επιμέλεια των οποίων έχουν οι: Μαρία Κουρμούλη και Νίκη Καραγέωργου.

Τα κοστούμια απλά και λιτά  φέρουν την υπογραφή  των Σταυρούλας Σπύρου, Αμαλίας Αντώνη. Οι υπαινικτικοί φωτισμοί ανήκουν στον Γιάννη Δρακουλαράκο.

Προσωπικά θα προτιμούσα το έργο να είχε περισσότερη ενέργεια. Η Αιμιλία Υψηλάντη κρατά τον εμβληματικό ρόλο της Κοντέσσας Βαλέραινας, με μια μεστή και ώριμη  ερμηνευτική προσέγγιση του ρόλου. Η Αιμιλία Υψηλάντη είναι μία ηθοποιός πιστή σε αυτό που λέμε “καλό θέατρο”, που χρόνια τώρα μας έχει χαρίσει δυνατές και αξέχαστες ερμηνείες. Μέσα από την σοβαρή δουλειά που γίνεται σε όλα τα επίπεδα στο Θέατρό της, ξετυλίγεται και αναδεικνύεται η γκάμα της και η υποκριτική της δεξιότητα. Με τα αστείρευτα εκφραστικά της μέσα αλλάζει την συμπεριφορά της και από άκαμπτη και αδιάλλακτη, υποτάσσεται στις επιθυμίες της οικογένειας της, μη  επιτρέποντας  όμως στον εαυτό της να προδώσει την αξιοπρέπεια και τον όρκο της. Προτιμά την φυγή από τον κόσμο, την σκληρότητα του οποίου δεν μπορεί να αντέξει.

Και αλήθεια πόσες αυτοκτονίες δεν ακούμε καθημερινά ανθρώπων που αδυνατούν να επιβιώσουν στην σκληρή σημερινή πραγματικότητα;

Όλοι οι ηθοποιοί στέκονται δίπλα της με αξιοσύνη και  σκηνική προσήνεια. Μια δεμένη ομάδα ηθοποιών, που δείχνει να έχει μελετήσει τους ήρωες του Ξενόπουλου.

Στην σκηνή του Θεάτρου ΑΡΓΩ, παρακολούθησα το “Μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας”,  μεταφερμένο στο σήμερα, με εκσυγχρονισμό των χαρακτήρων και ριζικές ανατροπές στην διαδοχή των γεγονότων. Ένα έργο διαχρονικό, όπως  διαχρονική  είναι η υψηλή υποκριτική  δεινότητα  της πρωταγωνίστριας Αιμιλίας Υψηλάντης.

 

Καλή σας Θέαση!

Ταυτότητα Παράστασης

Αιμιλία Υψηλάντη: Κοντέσσα Βαλέραινα
Χρύσανθος Παύλου: Μανώλης
Ευανθία Κουρμούλη: Ελένη
Τασία Σοφιανίδου: Μαρνέτα
Ευθύμης Μπαλαγιάννης: Τζώρτζης Καλομοίρης
Νικόλας Παπαευθυμίου: Παυλάκης

 Συντελεστές:
Δραματουργική μεταγραφή-Σκηνοθεσία: Ρούλα Πατεράκη
Σκηνικά: Χριστίνα Κωστέα
Κοστούμια: Σταυρούλα Σπύρου, Αμαλία Αντώνη
Πρωτότυπη μουσική και επιμέλεια:
Μαρία Κουρμούλη, Νίκη Καραγέωργου
Φωτισμοί: Γιάννης Δρακουλαράκος
Φωτογραφίες: παράστασης: Πάτροκλος Σκαφίδας
Φωτογραφία αφίσας:RED BOX STUDIO, Δημήτρης Ευλαμπίδης
Ιστοσελίδα θεάτρου: Άρης Σομπότης
Επικοινωνία Θεάτρου Αργώ: Μαρίκα Αρβανιτοπούλου
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Τασία Σοφιανίδου, Ευανθία Κουρμούλη

 

 

ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ ΚΙ ΑΥΤΟ

Άφησε ένα σχόλιο