Βρέχει στη Βαρκελώνη του Πάου Μιρό
Γράφει η Λουκία Μητσάκου
Είναι τα όνειρά μας για μια καλύτερη ζωή πηγή ελπίδας ή αιτία για μεγαλύτερη απογοήτευση; Μπορεί κανείς να ξεφύγει από μια καθημερινότητα που τον εγκλωβίζει; Εξαρτάται πάντα από εμάς η εκπλήρωση του ονείρου για ένα καλύτερο αύριο; Μπορεί ένας άνθρωπος να επαναπροσδιορίσει τη ζωή του και να επανεφεύρει τον εαυτό του όταν ζει στο περιθώριο της κοινωνίας; Μπορεί μια γυναίκα να το καταφέρει αυτό εύκολα σε μια πατριαρχική κοινωνία; Αυτά και πολλά ακόμα ενδιαφέροντα ερωτήματα θέτει η υπέροχα τρυφερή παράσταση «Βρέχει στη Βαρκελώνη» του Πάου Μιρό στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου.
Η Λάλι είναι μια σεξεργάτρια που ζει σε ένα ημιυπόγειο στην Βαρκελώνη μαζί με τον Κάρλος, τον εραστή και προαγωγό της. Έχει έναν τακτικό πελάτη, τον Νταβίντ, με τον οποίο αρχίζει να αποκτά μια ιδιαίτερη σχέση. Η Λάλι αρχίζει να διαβάζει και αυτό την κάνει να αρχίσει να ονειρεύεται μια καλύτερη ζωή. Θα τα καταφέρει να αλλάξει τη ζωή της; Εξαρτάται, άραγε από εκείνη;
Η Λάλι διαβάζει αποφθέγματα από τα περιτυλίγματα σοκολάτας που της δίνει ο πελάτης της, ο Νταβίντ και προσπαθεί να μάθει τον συγγραφέα που κρύβεται κάθε φορά πίσω από τα λόγια που τόσο την συναρπάζουν. Στην αρχή του έργου ακούμε τη φράση του Ρεμπώ: «Μια νύχτα κάθισα την ομορφιά στα γόνατά μου. Και τη βρήκα πικρή» (“Un soir, j’ai assis la Beauté sur mes genoux. — Et je l’ai trouvée amère”), μια φράση που προέρχεται από το έργο του «Μια Εποχή στην Κόλαση» (“Une Saison en Enfer”, 1873). Τα λόγια αυτά μας προδιαθέτουν για τα θέματα που θα θίξει το έργο και μας κάνουν να σκεφτούμε πως η εξιδανικευμένη ομορφιά οδηγεί συχνά σε απογοήτευση, καθώς φέρει μέσα της ψευδαισθήσεις και, επίσης, μας υπενθυμίζει πως η ομορφιά αυτή δεν μπορεί να λύσει τα υπαρξιακά μας προβλήματα. Αν ο συγγραφέας συνέχιζε τα διάσημα λόγια του Ρεμπώ θα ακούγαμε: «Μια νύχτα κάθισα την ομορφιά στα γόνατά μου. Και τη βρήκα πικρή. Και την προσέβαλα». Μήπως με τον ίδιο τρόπο δεν προσβάλλει και η ίδια η κοινωνία την ομορφιά αλλά και την ίδια τη γυναίκα που δεν μπορεί να ορίσει μόνη της τη ζωή της όπως αυτή το επιθυμεί σε μία πατριαρχική κοινωνία;
Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος διαχειρίζεται το έργο του Μιρό με ευαισθησία και τρυφερότητα και μας χαρίζει μια παράσταση που λειτουργεί σαν χάδι. Πρόκειται για μία παράσταση που όσο περνούν οι μέρες, έρχεται και αποκτά μία ιδιαίτερη θέση μέσα σου, μια παράσταση που πιάνεις τον εαυτό σου να την σκέφτεται συχνά τον επόμενο καιρό μετά την παρακολούθησή της, μια παράσταση που έρχεται και γατζώνεται μέσα σου με έναν τρόπο ύπουλο και που σε καλεί να απαντήσεις σε σημαντικά ερωτήματα – είτε το θέλεις είτε όχι- αλλά με έναν τρόπο που αποπνέει αγάπη. Και αυτό είναι από μόνο του σπουδαίο κατόρθωμα. Βασισμένη σε ένα κείμενο που θέτει σημαντικά ζητήματα αλλά δεν είναι πάντα απόλυτα αβανταδόρικο από άποψη δράσης ή εμβάθυνσης στους χαρακτήρες, η ευφάνταστη και φρέσκια σκηνοθετική ματιά του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου κατορθώνει να πλάσει ένα σύμπαν που δεν του λείπει απολύτως τίποτα από ατμόσφαιρα και συναισθήματα αλλά και από σαφή κίνητρα των ηρώων. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος μας μεταφέρει με απόλυτη επιτυχία στο υπόγειο που περνάει τη ζωή της η Λάλι, η πρωταγωνίστρια και μας κάνει να ζήσουμε μαζί της, να την αισθανθούμε συναισθηματικά κοντά μας και να ενδιαφερθούμε πραγματικά για το μέλλον της. Μια σκηνοθετική ματιά ανακουφιστικά τρυφερή και βαθιά ανθρώπινη που εστιάζει στην ψυχοσύνθεση της ηρωίδας και στα σημαντικά ζητήματα που θέτει το έργο. Η παράσταση ταίριαξε με τρόπο απόλυτο στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης. Η αίσθηση του υπογείου τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά μας έδωσε την εντύπωση πως πράγματι βρισκόμαστε στο υπόγειο της συνοικίας Ραβάλ της Βαρκελώνης και παρακολουθούμε τη ζωή της Λάλι. Μια ευαίσθητη και ευφυής σκηνοθετική ματιά με μεθοδική φροντίδα για κάθε οπτική και αισθητική λεπτομέρεια.
Τα σκηνικά του Αντώνη Δαγκλίδη είναι λεπτομερή και λειτουργικά. Με απόλυτη επιτυχία μας μεταφέρει στο υπόγειο διαμέρισμα που ζει η Λάλι και θέτει ως κεντρικό μέρος των σκηνικών του το κρεβάτι, όπου συμβαίνουν πράγματα τόσο από πάνω όσο και από κάτω. Απόλυτα λειτουργικά και τα κοστούμια της Μαγδαληνής Αυγερινού που μας μεταφέρουν στο σύμπαν της Λάλι. Η υπέροχη μουσική του Νίκου Κυπουργού δένει αρμονικά με την ατμόσφαιρα της παράστασης. Τα φώτα του Σάκη Μπιρμπίλη φωτίζουν την ψυχοσύνθεση των ηρώων και δημιουργούν μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Η Ξένια Θεμελή επιμελείται την κίνηση των πρωταγωνιστών και μας χαρίζει τρεις εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες. Ο Παντελής Μάκκας αναλαμβάνει τον σχεδιασμό του βίντεο και πρόκειται για μία εξαιρετική δουλειά που μας μάγεψε και που κατάφερε να προσδώσει στην παράσταση μια ιδιαίτερη χροιά, τόσο ρεαλιστική όσο και ποιητική και που βοήθησε πολύ στην δημιουργία της ατμόσφαιρας της παράστασης.
Η Δήμητρα Ματσούκα είναι η Λάλι, η πρωταγωνίστρια και ενσαρκώνει άψογα την ηρωίδα που υποδύεται με μία ευαισθησία αξιοσημείωτη. Η Δήμητρα Ματσούκα χρησιμοποιώντας όλα τα εκφραστικά της μέσα με ακρίβεια, μας πείθει απόλυτα για την αλήθεια του ρόλου της, για τα διλήμματα που αντιμετωπίζει, για τα όνειρα που κάνει για μια καλύτερη ζωή, για τη δίψα της για ελευθερία. Ο Ανδρέας Κοντόπουλος είναι ο Κάρλος, ο προαγωγός και σύντροφος της Λάλι και μας χαρίζει μια όμορφη και καίρια ερμηνεία ακροβατώντας ανάμεσα στην συντροφικότητα και την εκμετάλλευση. Ο Κώστας Καζανάς είναι ο Νταβίντ, ο πελάτης της Λάλι και μας κερδίζει με την ειλικρίνεια της σκηνικής του παρουσίας.
Οι σεξεργάτριες είναι γυναίκες που η κοινωνία θέτει στο περιθώριο, γυναίκες που η ίδια η κοινωνία κακοποιεί και που θεωρεί αποτυχημένες. Μήπως, όμως, τελικά δεν απέτυχαν οι ίδιες αλλά η ίδια η κοινωνία που δεν κατάφερε ποτέ να τους δώσει μια ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή; Μήπως τελικά δεν απέτυχαν οι ίδιες αλλά η ίδια η κοινωνία που τις έθεσε εξαρχής στο περιθώριο ως μιάσματα και παραδείγματα προς αποφυγή; Μήπως τελικά δεν απέτυχαν οι ίδιες αλλά η ίδια η κοινωνία που προσπαθεί να τις πείσει καθημερινά πως καλύτερη ζωή δεν υπάρχει για εκείνες επειδή δεν αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία;
Η παράσταση «Βρέχει στη Βαρκελώνη» μας μιλάει για τον σεξισμό σε μία πατριαρχική κοινωνία, για την εκμετάλλευση της γυναίκας, για την αδιαφορία που επιδεικνύει η κοινωνία στους ανθρώπους που αναζητούν ένα καλύτερο αύριο. Μας μιλάει για την ομορφιά αλλά και την πίκρα της ζωής, για την αδυσώπητη μάχη ανάμεσα στην ελπίδα και στην σκληρή πραγματικότητα.
Η παράσταση μάς περιγράφει αυτό το αποπνικτικό συναίσθημα του να μην μπορείς να ξεφύγεις από τη ζωή σου, του να μην μπορείς να ξεφύγεις από τη μοίρα σου όσο και αν προσπαθείς και μας μεταφέρει τη δράση σε ένα εξίσου αποπνικτικό υπόγειο. Η Λάλι αποκτάει μια ιδιαίτερη σχέση με έναν πελάτη της που της δίνει τροφή για σκέψη, που την ωθεί να διαβάσει και να έρθει σε επαφή με την τέχνη. Η Λάλι είναι πολύ ευαίσθητος δέκτης της τέχνης και συγκινείται βαθιά. Όμως, δεν πρόκειται για περίπτωση που ο πελάτης είναι ο ιππότης πάνω στο λευκό άλογο που έρχεται να σώσει την ηρωίδα ούτε πρόκειται για ένα φινάλε όπως στο Pretty Woman. Η παράσταση «Βρέχει στη Βαρκελώνη» προσδίδει ποιητικότητα τόσο όσο χρεάζεται για να αφεθεί η ψυχή μας και να πετάξει ψηλά και μετά να μας προσγειώσει και πάλι στην πραγματικότητα. Πρόκειται για μια ποιητική υπενθύμιση της σκληρής πραγματικότητας, αν θέλεις, χρησιμοποιώντας συμβολισμούς όπως ο γλάρος (σύμβολο της ελευθερίας- αλλά εδώ πρόκειται για έναν γλάρο που δεν πετάει παρά κάθεται κάθε μέρα στο περβάζι) και της βροχής (σύμβολο της δυσκολίας μετακίνησης, της καταπίεσης και του εγκλωβισμού). Μας θέτει ερωτήματα σχετικά με το αν η γυναίκα εν γένει σήμερα μπορεί να πάρει τη ζωή της στα χέρια της και εάν είναι κυρίαρχη του εαυτού της και το κάνει με έναν τρόπο τρυφερό σαν να σου χαϊδεύει απαλά το χέρι.
Μπορούμε, άραγε, να ζήσουμε ένα καλύτερο αύριο ή θα βρέχει για πάντα στη δική μας Βαρκελώνη; Η Λάλι επιστρέφει σπίτι της βρεγμένη όπως ακριβώς και ο γλάρος που βρίσκεται από έξω και τώρα πρόκειται να αλλάξει επιτέλους η ζωή της. Ή μήπως όχι και τόσο; Ένα είναι σίγουρο: Η γνώση είναι το μόνο που μπορεί να μας φέρει το όνειρο για ένα καλύτερο αύριο (και την απόφαση για μια μεγάλη αλλαγή) και η τέχνη και η ποίηση είναι το αντίδοτο στην πεζή καθημερινότητα.
Η παράσταση «Βρέχει στη Βαρκελώνη» σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου είναι μια ευαίσθητη παράσταση που θίγει πολύ σημαντικά θέματα και ευτυχεί μέσα από την τρυφερή και ευφάνταστη σκηνοθετική ματιά αλλά και όλη την ατμόσφαιρα που φέρει μαζί της η παράσταση καθώς και μέσα από την υπέροχη ερμηνεία της πρωταγωνίστριας που δίνει μια γλυκιά πνοή στην ηρωίδα που υποδύεται.
Τι κάνει ένας γλάρος σε ένα τόσο στενό δρομάκι;
Όταν δουλεύω, δε βλέπω πια λεφτά, βλέπω άντρες λυπημένους.
Ταυτότητα της παράστασης
Σκηνοθεσία Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος
Μετάφραση Els de Paros
Σκηνικά Αντώνης Δαγκλίδης
Κοστούμια Μαγδαληνή Αυγερινού
Μουσική Νίκος Κυπουργός
Σχεδιασμός φωτισμών Σάκης Μπιρμπίλης
Επιμέλεια κίνησης Ξένια Θεμελή
Σχεδιασμός βίντεο Παντελής Μάκκας
Βοηθός σκηνοθέτη Πάνος Κορογιαννάκης
Βοηθός σκηνογράφου Αγγελική Πολίτη
Φωτογραφίες Πάτροκλος Σκαφίδας
Trailer Θωμάς Παλυβός
Παίζουν οι ηθοποιοί
Δήμητρα Ματσούκα, Κώστας Καζανάς, Ανδρέας Κοντόπουλος
Συμπαραγωγή: Θέατρο του Νέου Κόσμου – Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν